Η οικονομική κρίση τα τελευταία χρόνια έχει δυστυχώς επηρεάσει σε σημαντικό βαθμό το βιοτικό επίπεδο του Έλληνα ακόμη και στις διατροφικές του επιλογές επιπλέον των άλλων.
Συνεπάγεται πώς μία από τις συνιστώσες του καλού ή κακού βιοτικού επιπέδου είναι και η διατροφή, η οποία δυστυχώς σε μεγάλη ποσοστό συνανθρώπων μας έχει υποβιβαστεί αρκετά.
Το κρασί λοιπόν που αποτελεί αν μη τι άλλο και μια από τις λίγες απολαύσεις (…στη σωστή ποσότητα πάντα) έχει και αυτό επηρεαστεί αρνητικά από την κρίση.
Μεγάλο ποσοστό των καταναλωτών, μη μπορώντας να «υποστηρίξουν» οικονομικά την κατανάλωση τους σε εμφιαλωμένο κρασί, στρέφονται ολοένα και περισσότερο στο χύμα κρασί. Εδώ λοιπόν προκύπτει ένα θέμα που θα μπορούσε να εξελιχθεί αθόρυβα ακόμη και σε θέμα υγιεινής και ασφάλειας.
Κυκλοφορούν (ακόμα) στην αγορά κρασιά σε πλαστική φιάλη αγνώστου πατρότητας, εκτεθειμένα ακόμη και στον ήλιο σε λαϊκές αγορές και σε τιμές φθηνότερες και από αναψυκτικό του 1,5λτ.! Τα δε λευκά έχουν αποκτήσει ένα χρυσοκίτρινο χρώμα που σε παραπέμπει σε καύσιμο!
Είχε γίνει ένα θετικό βήμα προς τα μπρος σε ότι έχει σχέση με την κατανάλωση του καλού ποιοτικού κρασιού αλλά δυστυχώς έχω την εντύπωση πως γυρίζουμε αρκετές δεκαετίες πίσω και στο δόγμα «το χειρότερο χύμα είναι καλύτερο και του ανώτερου εμφιαλωμένου»!!
Ιδού λοιπόν μερικά επιχειρήματα για την αποφυγή του κακού και ανώνυμου χύμα κρασιού:
- Όπως σε όλα τα προϊόντα, είναι καλό να υπάρχει η ταυτότητα του παραγωγού. Αυτό θα μας εξασφαλίσει να γνωρίζουμε που και πώς παράχθηκε το κάθε προϊόν και αυτό είναι η minimum εγγύηση ποιότητας.
- Σημαντική παράμετρος στη ποιότητα του κρασιού είναι η στρεμματική απόδοση στο αμπέλι, δηλαδή όσο περισσότερα κιλά/στρέμμα παράγονται τόσο – κατά κανόνα – πιο υποβαθμισμένο θα είναι αποτέλεσμα. Εξυπακούεται πως τα φθηνά χύμα κρασιά «απαιτούν» μεγάλες στρεμματικές αποδόσεις για χαμηλό κόστος που μπορεί να φθάνουν ακόμη και στα 2000 κιλά/στρέμμα. Ενδεικτικά, για την παραγωγή ενός ποιοτικού και συμπυκνωμένου εμφιαλωμένου κρασιού η στρεμματική απόδοση κυμαίνεται στα 350 κιλά/στρέμμα με maximum στα 700 σε συνδυασμό με τον λεγόμενο πράσινο τρύγο. Δηλαδή, τέλος άνοιξης με αρχές καλοκαιριού, όταν δηλαδή το σταφύλι είναι ακόµη άγουρο, γίνεται το ξεκαθάρισμα πάνω στο κλήµα, και στα σταφύλια που απομένουν η συγκέντρωση και η πυκνότητα βελτιώνονται στο μέγιστο.
- Σε συνέχεια της προηγούμενης διαδικασίας και στο οινοποιείο αυτή τη φορά, είναι οι μεγάλες δεύτερες πιέσεις που ασκούνται στα στέμφυλα με σκοπό να βγει το μέγιστο της ποσότητας!
- Για να μπορέσει η κάθε ποικιλία κρασιού να αναπτύξει όλα τα χαρακτηριστικά, ιδιαίτερα τα αρωματικά, χρειάζεται το χρόνο του στη παραγωγική διαδικασία. Αντιλαμβανόμαστε πως στην έως τώρα διαδικασία, διακρίνουμε έναν «βιασμό» του προϊόντος με σκοπό μόνο και μόνο την μεγαλύτερη απόδοση και κατά συνέπεια τη μεγιστοποίηση του κέρδος!
- Ένας άγνωστος ή καλύτερα ένας ανώνυμος παραγωγός, πιθανόν δε διαθέτει την απαραίτητη τεχνογνωσία ούτε και έχει τη διάθεση ή το λόγο να την αναζητήσει και να την ‘πληρώσει’ σε ειδικούς (οινολόγους, γεωπόνους κλπ) προκειμένου να πάρει τη σωστή καθοδήγηση σε όλη τη διαδικασία της παραγωγής. Αποτέλεσμα είναι όχι μόνο η κακή εφαρμογή των απαραίτητων «ορθών γεωργικών παραγωγικών πρακτικών» (ανεξέλεγκτη χρήση φυτοφαρμάκων, αξιολόγηση κατάλληλου σταδίου ωριμότητας προς συγκομιδή κλπ) αλλά και η πλημμελής εφαρμογή της ορθής οινοποιητικής πρακτικής η οποία στηρίζεται μόνο σε κάποιο «εμπειρικό» και μόνο προσωπικό κριτήριο και τις περισσότερες φορές στερείται οποιασδήποτε επιστημονικής βάσης.
- Τα θειώδη τα οποία προστίθενται σχεδόν σε όλα τα εμφιαλωμένα κρασιά από την αρχή της οινοποίησης σε συγκεκριμένη περιεκτικότητα βοηθούν στη διαδικασία παραγωγής με κυριότερο σκοπό την προστασία του κρασιού από τις οξειδώσεις που θα επηρεάσουν τα γευστικά του χαρακτηριστικά αλλά και την προστασία από μη επιθυμητές ζυμώσεις λόγω ανάπτυξης ανεπιθύμητων μικροοργανισμών ζύμωσης. Στο ανώνυμο χύμα κρασί ποιά ποσότητα έχει μπει από τον άγνωστο παραγωγό; Μήπως ξεπερνιούνται τα επιτρεπόμενα νομοθετικά όρια? Ποιός το εξασφαλίζει, με τι γνώση, ποιός μπορεί να το ελέγξει και σε ποιόν ‘ανώνυμο’ παραγωγό θα αποδοθούν ευθύνες?
- Εδώ το καλό χύμα βαρελίσιο κρασί!! Δηλαδή η χρήση του βαρελιού που πολυδιαφημίζεται στην παραγωγή του άγνωστου χύμα κρασιού δημιουργεί άλλον ένα ακόμη μεγάλο μύθο! Ο ρόλος του βαρελιού γενικότερα, είναι συγκεκριμένος. Το νέο βαρέλι κυρίως δρύινο και έως πενταετίας, (μετά μετατρέπεται σε άχρηστο έως και επικίνδυνο σκεύος) έχει να προσδώσει στο κρασί ορισμένα συστατικά και χαρακτηριστικά. Δίνει την πολυπλοκότητα, το λεγόμενο μπουκέτο και τα «αντισώματα» στο προϊόν ώστε να αντέξει στο χρόνο και στη παλαίωση στη συνέχεια στη φιάλη. Δεν χρειάζονται όλα τα κρασιά να περάσουν από βαρέλι. Εξαρτάται συνήθως από την ποικιλία και όσο για τα λευκά μόνο το 5% περίπου περνάνε αυτή τη διαδικασία. Υπάρχει ολόκληρο ‘κεφάλαιο’ στην επιστήμη (..αλλά και τέχνη) της οινολογίας που αναφέρεται στο βαρέλι (το είδος του ξύλου, η προέλευση, η επεξεργασία, η προετοιμασία, η συμβατότητά του σε σχέση με το κρασί που θα φιλοξενήσει, ο χρόνος παραμονής, η μεταφορά του, το καθάρισμά του, οι φορές που θα χρησιμοποιηθεί κλπ) και δεν αποτελεί απλά ένα στάδιο παραγωγής ή διατήρησης του κρασιού.
Σπάνια ένα χύμα κρασί μπορεί να φθάσει στα υψηλά στάνταρ ποιότητας του καλού εμφιαλωμένου. Φυσικά όμως υπάρχουν και «τίμια» κατ’ όνομα χύμα αλλά στην πραγματικότητα συσκευασμένα σε μεγάλη συσκευασία και οικονομικότερα, ακόμη και μονοποικιλιακά κρασιά επώνυμων παραγωγών που σέβονται τον καταναλωτή και οι οποίοι δεν φοβούνται να βάλουν την υπογραφή τους και να εκτεθούν και σε οποιοδήποτε έλεγχο και κριτική όπως και τα καλά εμφιαλωμένα τους. Η χαμηλότερη τιμή που προσφέρεται σε αυτά τα κρασιά δεν έχει να κάνει με την ασφάλειά τους ή την υποδεέστερη ποιότητα αλλά με τη συνειδητή και επιστημονικά ορθή επιλογή των κατάλληλων οινοποιητικών πρακτικών και συνδυασμού ποικιλιών που επιτρέπουν αξιοπρεπή οργανοληπτικά χαρακτηριστικά και χαμηλότερο παραγωγικό κόστος. Τα κρασιά αυτά συσκευάζονται σε κατάλληλη συσκευασία (‘ασκός’ κατά την καθομιλουμένη) που τα προστατεύει από το φώς και το οξυγόνο και αναγράφουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες που κάνουν τον καταναλωτή να αισθάνεται ασφαλής (ημερομηνίες, όνομα παραγωγού, αλκοολικός βαθμός, χρονιά, ποικιλία, προέλευση κλπ) γι αυτό που αγοράζει και καταναλώνει.
Μην ξεχνάμε λοιπόν πως το κρασί δεν είναι καύσιμο αλλά ένα προϊόν που το απολαμβάνουμε με τις πέντε αισθήσεις μας και ακόμη μέσα στη δύσκολη οικονομική συγκυρία που περνάμε, υπάρχουν λύσεις να απολαμβάνουμε οικονομικά και κυρίως ασφαλή κρασιά που δεν μας…καίνε!